Πώς φτάσατε ώς εδώ; «Είναι μεγάλη ιστορία». Πού μένετε; «Εχω μια κουβέρτα και κοιμάμαι». Τι τρώτε; «Δεν τρώω κάθε μέρα, όταν τύχει». Πώς ζείτε; «Συνεχίζω να ζω και αυτό μου αρκεί». Πώς θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας; «Αδειος, έπιασα πάτο και είμαι μόνος». Σας κυνηγούν; «Από πόλεμο έφυγα... σε πόλεμο ήρθα». Τι σιχαίνεστε; «Τους μπάτσους. Δίνουν στους μαύρους την πρέζα να την πουλάνε και μετά, όχι μόνο δεν τους πιάνουν, αλλά τους αφήνουν να την πουλήσουν σε εμάς και μετά πιάνουν εμάς που την αγοράσαμε». Πώς βλέπετε το μέλλον σας; «Η ζωή μου ήταν ανεμοθύελλα, θάλασσα. Το κύμα με πήρε και τώρα, νιώθω σαν ναυαγός».
Μαρτυρίες απόγνωσης, οδύνης και πόνου ενός αδιέξοδου κηρυγμένου πολέμου στην μητροπολιτική Αθήνα, ο οποίος αναπαράγει διαρκή φόβο για το στιγματισμό και την περιθωριοποίηση της φτώχειας. Οι συγκρούσεις ομογενών και μεταναστών με όρους ατέρμονης διαμάχης στο κέντρο της πρωτεύουσας, στην Ομόνοια, που κατακλύζεται κυριολεκτικά από διαφορετικές εθνικές ομάδες μέσα σε ένα κλίμα εξαιρετικά επισφαλές.
Αποκλεισμός
«Η κοινωνική οδύνη, ένα μέρος μόνο της οποίας έχει ψυχοπαθολογικά χαρακτηριστικά, αντανακλά όλες τις κατηγορίες του ανθρώπινου μωσαϊκού: (α) κοινωνικά αποκλεισμένα άτομα στο κέντρο της Αθήνας (νεο-άστεγοι, άστεγοι, φτωχοί, εξαρτημένα άτομα, μετανάστες, παράνομοι μετανάστες, οροθετικοί κ.λπ.), (β) τον αποκλεισμό των ίδιων των κατοίκων του κέντρου, (γ) τον κατακερματισμό και μη συντονισμό των κοινωνικών φορέων (δημόσιοι φορείς, Τοπική Αυτοδιοίκηση, κινήσεις πολιτών, Εκκλησία κ.λπ.) και (δ) την οδύνη και αμηχανία της ίδιας της αστυνομίας να επιτελέσει το έργο της. Το πρόβλημα της κοινωνικής οδύνης είναι πολυπαραγοντικό και σύνθετο, άρα ανάλογα πολυεπίπεδη πρέπει να είναι και η απάντηση σ' αυτό», σημειώνει ο Στέλιος Στυλιανίδης, επιστημονικά εποπτεύων της έρευνας, αναπληρωτής καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής του Παντείου Πανεπιστημίου.
Τα παραπάνω στοιχεία αποτελούν μέρος της έρευνας με θέμα «Κοινωνικός αποκλεισμός και ψυχική υγεία στη μητροπολιτική Αθήνα», η οποία πραγματοποιήθηκε από 11 τελειόφοιτους φοιτητές (Καρτερολιώτη, Δαβράζου, Θεοδωρίτση, Θεοχαρίδη, Μπαρδώση, Ιωαννίδη, Παπαδάκος, Ανδριοσοπούλου, Αντωνοπούλου, Βελισσαράτου, Γκολέμη) των καθηγητών του Τμήματος Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστήμιου, Στέλιου Στυλιανίδη και Φωτεινής Τσαλίκογλου, στο πλαίσιο της διπλωματικής τους εργασίας, σε συνεργασία με την Εταιρεία Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας (ΕΠΑΨΥ).
Η συνολική διάρκεια της έρευνας ήταν 6 μήνες (Οκτώβριος 2010 - Μάρτιος του 2011) και αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου προγράμματος παρέμβασης, με στόχο την αναδιάρθρωση των κοινωνικών υπηρεσιών του κέντρου της Αθήνας σε συνεργασία με το Δήμο Αθηναίων. Οι ερευνητές πήραν συνεντεύξεις καλύπτοντας τις περιοχές του κέντρου της Αθήνας, όπου έχει παρατηρηθεί ότι οι κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες του πληθυσμού μετακινούνται και ζουν: πλατείες Κουμουνδούρου, Αμερικής, Κολιάτσου, Βικτωρίας, Βάθη, Λιοσίων, Αχαρνών, Εξάρχεια, Ομόνοια, Στουρνάρη, Πολυτεχνείο, Μεταξουργείο, Αγ. Παντελεήμονας. Συνολικά συμμετείχαν στην έρευνα 355 άτομα, άνδρες κυρίως ηλικίας 18-60 ετών, από χώρες όπως Ελλάδα, Αλβανία, Πακιστάν, Ρουμανία, Ινδία, Ιράκ, Συρία, Μπανγκλαντές, Ουκρανία.
Για τους επιστήμονες, ο Αγιος Παντελεήμονας αποτελεί μια «μελέτη περίπτωσης», ώστε να καταλάβουμε εις βάθος την πολυπλοκότητα των συγκρούσεων μεταξύ των γηγενών, την αλβανική μειονότητα (46,4% των κατοίκων) που ήδη εισβάλλει στη μητρόπολη, τους παράνομους άστεγους μετανάστες από το Αφγανιστάν και το Κουρδιστάν και την ακροδεξιά πολιτική και τις ρατσιστικές βίαιες επιθέσεις εναντίον των «ξένων μουσουλμάνων» και των «εισβολέων» της πόλης.
Από το 1989, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μεγάλα μεταναστευτικά κινήματα, τα οποία αναδομούν την κοινωνική γεωγραφία του κέντρου της Αθήνας. Πρόκειται για μετανάστες από χώρες όπως το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, το Μπανγκλαντές, το Ιράκ, το Κουρδιστάν, η Παλαιστίνη, το Σουδάν και η Σομαλία, από χώρες όπου η φτώχεια, οι πόλεμοι και η εξαθλίωση διαμορφώνουν συνθήκες αναγκαστικής φυγής. Ο ίδιοι, με γραφειοκρατικά παράνομους και με εξαιρετικά βίαιους τρόπους, διασχίζουν τα σύνορα και έρχονται στην Ελλάδα, είτε για να συνεχίσουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είτε για να παραμείνουν στη χώρα μας. Η Αθήνα αναπαριστά το ευρύ φάσμα της χωρικής κατανομής των διαφορετικών κοινωνικών τάξεων και εθνικών μειονοτήτων.
«Απαιτείται», συνεχίζει ο Στέλιος Στυλιανίδης, «η ενεργοποίηση συμμετοχής ατόμων και φορέων για να εναντιωθούμε σε λογικές κάθετες, συγκεντρωτικές, γραφειοκρατικές, οι οποίες μέσα από την ανυπαρξία συντονισμού και συνέργειας αποδυναμώνουν την όποια δυνατότητα υγιούς ανάπτυξης του κοινωνικού κεφαλαίου της πόλης. Αυτή η κατασκευή νέων δικτύων μπορεί να πραγματοποιηθεί όταν οι δημόσιες αρχές προσανατολίζονται με απόλυτη προτεραιότητα στον πρωταγωνιστικό ρόλο των ίδιων των κοινωνικά αποκλεισμένων ατόμων, των πολιτών, των κατοίκων, των φορέων, μέσα στο ιδιαίτερο περιβάλλον όπου ο καθένας ζει και εργάζεται».
Οπως τονίζουν στα συμπεράσματα οι ερευνητές, «η λύση απέναντι στην αποδόμηση του κοινωνικού ιστού, την κοινωνική ανασφάλεια, την κοινωνική παράνοια, την ανομία, το φόβο, την απώλεια της αλληλεγγύης, της συλλογικής ευθύνης, δεν μπορεί να είναι μόνο μια καταστολή με στοιχεία εκφασισμού της καθημερινής ζωής, ούτε και μια φτωχά επαναληπτική αριστερή ή αριστερίστικη ρητορική χωρίς πράξη. Η κοινωνική οδύνη αντανακλά την ανεπάρκεια του συνόλου των κρατικών πολιτικών και του κοινωνικού κράτους, που μοιάζουν αδύναμες να απαντήσουν στο εφήμερο, τη φτώχεια, τον αποκλεισμό, τον ιδρυματισμό των πιο ευάλωτων, τη στέρηση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μεταναστών, την έλλειψη ελπίδας στους νέους και την έλλειψη προοπτικής».
Τι πρέπει να γίνει; «Αντίδραση πολυεπίπεδα ενάντια σε αυταρχικές πολιτικές και μηχανισμούς βίας και εξευτελισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας των κοινωνικά αποκλεισμένων: δίκτυα δημοκρατικής αλληλεγγύης και προστασίας ατομικών δικαιωμάτων», υπογραμμίζει η συνεργάτις της ΕΠΑΨΥ Μένη Κουτσοσίμου, μεταπτυχιακή διδάκτωρ Ιατρικής στην Ποιότητα Παρεχόμενων Υπηρεσιών Υγείας. «Ενίσχυση πολιτικής δημόσιας υγείας και διεπιστημονική προσέγγιση του φαινομένου του κοινωνικού αποκλεισμού.
«Υπάρχει λύση»
»Καταγραφή πόρων δημόσιου, ιδιωτικού, ιδιωτικού μη κερδοσκοπικού και φιλανθρωπικού τομέα. Κινητές διακλαδικές διεπιστημονικές ομάδες ικανές να παράγουν ολοκληρωμένες απαντήσεις (κοινωνικές, υγείας, ψυχικής υγείας, οικονομικής επιβίωσης, δικτύωσης) -όχι λογική υποδοχής αιτημάτων, αλλά δράσης σε πληθυσμούς-στόχους στον αστικό χώρο (χώροι συνάντησης, καταφύγια, εγκαταλειμμένα κτίρια). Δικτύωση υπηρεσιών που ήδη υπάρχουν, στο πλαίσιο ενός ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδίου και επιμέρους επιχειρησιακών σχεδίων».
Κατά την κοινωνιολόγο Αθηνά Βακαλοπούλου, απαιτούνται «στοχευμένες δράσεις ευαισθητοποίησης σε ειδικές ομάδες πληθυσμού (Τ.Α., εκπαίδευση, υγειονομικοί κ.λπ.) σε συνδυασμό με καλές πρακτικές ενάντια στο στίγμα της ψυχικής νόσου. Επίσης, χρειάζεται η δημιουργία νέου θεσμικού πλαισίου για την αναγνώριση και κατοχύρωση στην πράξη αυτών των "εφήμερων πολιτών".
Στοχευμένα εκπαιδευτικά προγράμματα για στελέχη υπηρεσιών υγείας, ΠΦΥ, ψυχικής υγείας, πρόνοιας με έμφαση στην ανάπτυξη δεξιοτήτων δικτύωσης και πολιτισμικής ικανότητας υποδοχής μεταναστών».*
Σάββατο 18 Ιουνίου 2011
Ζωές στο περιθώριο
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου