Τα τελευταία χρόνια συνηθίζω να ρωτάω όλο και πιο συχνά τους Ευρωπαίους φίλους μου: «Ωστε δεν σας άρεσε ένας κόσμος στον οποίο οι ΗΠΑ ήταν πανίσχυρες. Πώς σας φαίνεται λοιπόν ένας κόσμος στον οποίο η Αμερική θα είναι όλο και πιο αδύναμη – διότι αυτό πρόκειται να συμβεί στο γεωπολιτικό πεδίο;».
Πράγματι, η θέση της Αμερικής τις τελευταίες δεκαετίες άλλαξε σημαντικά. Από θριαμβεύτρια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έγινε μία από τις δύο υπερδυνάμεις του Ψυχρού Πολέμου και από αναμφισβήτητη κυρίαρχος της μεταψυχροπολεμικής εποχής, η «φειδωλή υπερδύναμη» του σήμερα. Συνηθίστε το λοιπόν. Ετσι να μας βλέπετε από εδώ και πέρα. Οι Αμερικανοί ειρηνιστές δεν χρειάζεται να ανησυχούν ότι θα εμπλεκόμαστε στο εξής σε πολέμους από επιλογή. Κάτι τέτοιο δεν θα ξαναγίνει. Δεν θα ήμασταν σε θέση να εισβάλουμε στη Γρενάδα σήμερα.
Από τη στιγμή που ξέσπασε η μεγάλη κρίση του 2008, κατέστη σαφές ότι ο ρόλος των ηγετών –τόσο των πολιτικών όσο και των επιχειρηματιών– άλλαξε στην Αμερική. Ενώ από το τέλος του Β΄ Π.Π. και έπειτα οι ηγέτες ήταν εκείνοι που μοίραζαν στον λαό, σήμερα –και για την επόμενη δεκαετία τουλάχιστον– οι ηγέτες θα παίρνουν από τον λαό. Και δεν είναι φυσικά δυνατόν να αφαιρείς από τον λαό και να μην προσπαθείς ταυτόχρονα να εξοικονομήσεις χρήματα από τα πεδία της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής. Βέβαια, πριν από αυτά, γίνονται πρώτα περικοπές αλλού. Αλλά σύντομα θα έλθει και η σειρά τους, όπως φαίνεται και από τις σχετικές προειδοποιήσεις του υπουργού Αμυνας, Ρόμπερτ Γκέιτς. Επομένως, είναι αναμενόμενο ότι ο περιορισμός των πόρων που δαπανώνται να έχει αντίκτυπο και στην παγκόσμια ισχύ της Αμερικής.
Μάλιστα, «Η Φειδωλή Yπερδύναμη: Ο Ηγετικός Ρόλος της Αμερικής σε μια Εποχή Ισχνών Αγελάδων» (The Frugal Superpower: America’s Global Leadership in a Cash-Strapped Era) αποτελεί και τίτλο του νέου βιβλίου του δάσκαλου και φίλου μου Μάικλ Μαντελμπάουμ, ο οποίος είναι ειδικός επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins. «Το 2008», γράφει ο Μαντελμπάουμ, «οι παροχές υγείας και σύνταξης από το κράτος προς τους πολίτες αποτελούσαν το 4% του αμερικανικού ΑΕΠ. Αν διατηρηθούν όμως οι σημερινές τάσεις και συνταξιοδοτηθεί η μεταπολεμική γενιά, τότε μέχρι το 2050 οι δαπάνες του κράτους για την υγεία και την κοινωνική ασφάλιση θα εκτοξευθούν στο 18% του ΑΕΠ».
Στο κόστος αυτό θα πρέπει να προστεθούν και τα ποσά που ξοδεύτηκαν για τη διάσωση της αμερικανικής οικονομίας από την ύφεση. Ο τελικός λογαριασμός «θα αλλάξει συθέμελα τον δημόσιο βίο, άρα και την εξωτερική πολιτική της Αμερικής». Καθ’ όλη τη διάρκεια των επτά προηγουμένων δεκαετιών, η λέξη που χαρακτήριζε την εξωτερική, αλλά και την εσωτερική μας πολιτική ήταν «περισσότερα». Από τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα και έπειτα όμως, το νέο μότο θα είναι «λιγότερα».
Οταν ωστόσο η μοναδική υπερδύναμη του κόσμου στενάξει υπό το βάρος των χρεών της, θα το νιώσει και ολόκληρη η υφήλιος. Πώς; Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς. Αυτό που ξέρω είναι ότι τον περασμένο αιώνα οι Αμερικανοί διπλωμάτες και οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ παρείχαν παγκόσμιες υπηρεσίες, από τις οποίες επωφελούνταν και άλλες χώρες, και ότι η Ουάσιγκτον υπήρξε παράγων σταθερότητας και κέντρο λήψης αποφάσεων επί 70 χρόνια. Δεν λέω βέβαια ότι η Αμερική δεν θα έχει πια ρόλο στη διεθνή σκηνή, απλώς ο ρόλος της θα είναι μειωμένος.
Βέβαια, μεγάλες δυνάμεις υποχώρησαν και στο παρελθόν. Ωστόσο, όταν αυτό γινόταν, υπήρχε έτοιμος αντικαταστάτης. Για παράδειγμα, όταν η βρετανική αυτοκρατορία παρήκμασε, τη θέση της ανέλαβε αμέσως η Αμερική.
Σήμερα, κανένα άλλο κράτος δεν είναι έτοιμο να αναλάβει τον ρόλο των ΗΠΑ: η Ευρώπη είναι πλούσια, αλλά αδύναμη. Η Κίνα είναι πλούσια συλλογικά ως κράτος, αλλά πάμφτωχη ως προς το κατά κεφαλήν εισόδημα, γεγονός που σημαίνει ότι θα συνεχίσει να ασχολείται κυρίως με την εσωτερική της ανάπτυξη. Η Ρωσία, μεθυσμένη από τους υδρογονάνθρακες, μπορεί να κάνει φασαρίες, αλλά δεν είναι σε θέση να προβάλει ισχύ σε παγκόσμια κλίμακα. «Γι’ αυτό και ο κόσμος μας θα είναι πιο χαοτικός και επικίνδυνος», προβλέπει ο Μαντελμπάουμ.
Πώς μπορούμε να αποτρέψουμε αυτήν την εξέλιξη; Υπάρχουν τρεις τρόποι:
Πρώτον, η Αμερική πρέπει να ξαναμπεί στον δρόμο της ανάπτυξης και της επανεκβιομηχάνισης, ανεξαρτήτως θυσιών ή πολιτικού κόστους που θα απαιτηθούν για κάτι τέτοιο.
Δεύτερον, πρέπει να τεθούν προτεραιότητες. Απολαύσαμε έναν αιώνα κατά τον οποίο είχαμε και ό,τι ήταν απαραίτητο και ό,τι απλώς επιθυμούσαμε στην εξωτερική πολιτική. Για παράδειγμα, αν διαθέταμε ανεξάντλητους πόρους, υποθέτω ότι θα κερδίζαμε στο Αφγανιστάν και αυτό είναι επιθυμητό. Είναι όμως αυτό απαραίτητο;
Τέλος, πρέπει να ισοσκελίσουμε τους προϋπολογισμούς μας και να αποδυναμώσουμε τους προϋπολογισμούς των αντιπάλων μας και ο καλύτερος τρόπος για να το κάνουμε αυτό είναι να αυξήσουμε σημαντικά τη φορολογία στα καύσιμα.
Η Αμερική πρόκειται να πάρει ένα πολύ σκληρό μάθημα: Οτι μπορείς να ευημερείς για λίγο χάρη στον δανεισμό, αλλά με αυτόν τον τρόπο δεν μπορείς να παραμείνεις υπερδύναμη για πολύ. Και το «για λίγο» μας τελείωσε. Κάποτε, νομίζαμε ότι άλλο η εξωτερική πολιτική και άλλο η οικονομική πολιτική. Οχι πια. Για να παραμείνει η Αμερική γεωπολιτική δύναμη, πρέπει να ανατάξει την οικονομία της.
Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2010
Παραμένει η Αμερική υπερδύναμη;
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου