Αφηρημένοι οδηγοί, οι οποίοι μιλούσαν στο κινητό ή έστελναν γραπτά μηνύματα ενώ οδηγούσαν, προκάλεσαν το θάνατο περίπου 16.000 ανθρώπων μέσα σε μια εξαετία, σύμφωνα με ανακοίνωση Αμερικανών επιστημόνων.
Η έρευνα διεξάχθηκε στο Κέντρο Επιστήμης της Υγείας του Πανεπιστημίου του Βορείου Τέξας από τους Φερνάντο Γουίλσον και Τζιμ Στίμπσον, οι οποίοι χρησιμοποίησαν στοιχεία για τα τροχαία από όλες τις αμερικάνικες πολιτείες τα οποία προέρχονταν από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών.
Ακόμα αξιοποίησαν στοιχεία από την Διεύθυνση Οδικής Ασφάλειας Εθνικών Αυτοκινητοδρόμων των ΗΠΑ που αφορούν τους θανάτους, οι οποίοι οφείλονται στην απρόσεκτη οδήγηση.
"Περίπου από το 2001-2002 έχει αυξηθεί κατά εκατοντάδες τοις εκατό ο όγκος των γραπτών μηνυμάτων", είπε σε τηλεφωνική του συνέντευξη ο Γουίλσον.
"Από το 2001 το μοντέλο μας προβλέπει ότι περίπου 16.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της αύξησης του αριθμού γραπτών μηνυμάτων στις ΗΠΑ" δήλωσε.
Να σημειωθεί ότι η χρήση hands free δεν περιορίζει το πρόβλημα, σύμφωνα με την έρευνα, καθώς ο οδήγος μπορεί και πάλι να αφαιρεθεί από τη συνομιλία και να προκαλέσει ατύχημα.
Η αποστολή γραπτών μηνυμάτων δε καθώς και τα λεγόμενα smart phones που παρέχουν πρόσβαση στο Ίντερνετ και σε άλλες εφαρμογές έχουν επιδεινώσει την κατάσταση.
Σε κάθε ένα εκατομμύριο νέους συνδρομητές κινητής τηλεφωνίας, ο Γουίλσον και ο Στίμπσον εκτιμούν ότι υπάρχει αύξηση 19% στους θανάτους εξαιτίας της απρόσεκτης οδήγησης.
"Οι θάνατοι από την απρόσεκτη οδήγηση αυξήθηκαν από 10.9% σε 15.8% από το 1999 ως το 2008 και το μεγαλύτερο ποσοστό της αύξησης καταγράφηκε μετά το 2005", έγραψαν.
"Το 2008 σχεδόν η μία στις έξι μοιραίες συγκρούσεις οχήματος προκλήθηκε από οδηγό ο οποίος ήταν αφηρημένος την ώρα που οδηγούσε", σημειώνει η έκθεση, που διαπίστωσε ότι 5.870 άνθρωποι σκοτώθηκαν σε δυστυχήματα που αποδίδονται στην απρόσεκτη οδήγηση.
Οι χρήστες κινητού και ο αριθμός των γραπτών μηνυμάτων αυξήθηκαν ραγδαία κατά την ίδια περίοδο, διαπίστωσαν οι Γουίλσον και Στίμπσον.
Τα αποτελέσματα της έρευνάς τους δημοσιεύτηκαν στην Αμερικανική Επιθεώρηση Δημόσιας Υγείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου