Παρατηρούσα το λιμάνι της Πάρου και σκεφτόμουν ότι σχεδόν τίποτε δεν άλλαξε από το 1984, όταν είχα αποβιβαστεί για πρώτη φορά στην Παροικιά. Το ίδιο στέγαστρο για τους επιβάτες και ο ίδιος τρόπος αναγραφής των προορισμών σε χειρόγραφες πινακίδες, τις οποίες κατά κανόνα κάποιος πιεσμένος από τον χρόνο και πολύ συχνά εκνευρισμένος υπάλληλος θα τοποθετούσε πάνω από τα κεφάλια των ταξιδιωτών.
Μήπως δεν πέρασαν 30 χρόνια από την ένταξή μας στην Ενωμένη Ευρώπη, μονολογούσα, ιδίως όταν έφθασα και στο λιμάνι της Νάξου, όπου αντίκρισα τα ίδια στέγαστρα και την ίδια πρωτόγονη κατάσταση. Δεν ήμουν σε άγονη γραμμή αλλά σε δύο από τα πιο τουριστικά μέρη της Ελλάδας σε περίοδο αιχμής. Οταν επέστρεψα πάλι στην Πάρο ξεβράστηκα πάνω στο γνωστό σμήνος των νησιωτών που έδειχναν τα δωμάτια που νοίκιαζαν. Φώναζαν όλοι μαζί, χειρονομούσαν, έπρεπε να ανοίξει κανείς δρόμο για να συνεχίσει. Αν φορούσαν σαρίκια θα πίστευα ότι ήμουν στην Ινδία. Ας πούμε κάποτε την αλήθεια.
Στην Πάρο έλεγαν ότι η κίνηση ήταν ελαφρώς πεσμένη, αλλά εμένα το νησί μού φάνηκε ότι δούλευε, αν εξαιρέσει κανείς τα εστιατόρια που ήταν απογοητευτικά άδεια. Αλλά οι τιμές ήταν υψηλές ακόμη και στα καφέ. Δεν είδα καμία κίνηση προσέλκυσης του κόσμου με άλλη πολιτική τιμών. Οι ξένοι τουρίστες είχαν αιφνιδιαστεί με την τιμή της βενζίνης. Και είχαν όλοι αγωνία με την προοπτική απεργίας των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας (ήταν εκείνες οι μέρες...).
Παρόλα αυτά, που κατά τη γνώμη μου ήταν ιδιαίτερα αρνητικά, η επικοινωνία με τους ξένους τουρίστες με διαβεβαίωσε για μία ακόμη φορά ότι η Ελλάδα έχει μια δύναμη πιο ισχυρή από την αδυναμία των ανθρώπων της να τη διαχειριστούν. Μου έλεγαν τουρίστες ότι λατρεύουν μεν την Ιταλία, αλλά το αίσθημα ελευθερίας σ’ ένα ελληνικό νησί είναι ανεπανάληπτο. Μου έλεγαν ότι στην Τουρκία οι υπηρεσίες είναι ανώτερες των ελληνικών, αλλά στην Ελλάδα «γυρίζουν εντελώς τον διακόπτη».
Πάλι καλά σκεφτόμουν γιατί ενώ κι εγώ χαιρόμουν τις ομορφιές του νησιού δεν μπορούσα να μην παρατηρήσω την αποκρουστική έλλειψη καθαριότητας στους πεζοδρομημένους δρόμους της Παροικιάς και της Νάουσας. Στο γεφυράκι της Νάουσας, στην καρδιά του οικισμού, η βρώμα ήταν ασύλληπτη. Οι δρόμοι δεν πλένονται ποτέ. Μήπως είμαστε άξιοι της μοίρας μας;
Προσπάθησα να μην έχω στον νου αρνητικές σκέψεις όταν η φύση με αποζημίωνε πλουσιοπάροχα με τα υπέροχα τοπία και τις θάλασσες, αλλά ας μου εξηγήσει ο Δήμος της Πάρου γιατί δεν μπορεί να μαζεύει τα σκουπίδια από τους πολλούς αρχαιολογικούς χώρους της Παροικιάς. Μαζί με ένα ζευγάρι Ιταλών βλέπαμε τα «ψηφιδωτά ελληνιστικών χρόνων» ανάμεσα σε πλαστικά μπουκάλια.
Και το άλλο μείζον θέμα στην Ελλάδα, που οι ξένοι σοκάρονται, είναι η μεταχείριση των ζώων. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Νίκος Βατόπουλος
Δευτέρα 9 Αυγούστου 2010
"Κατώτεροι του τόπου μας...!"
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου