Τρίτη 18 Μαΐου 2010

Ζαν Λικ Γκοντάρ: «Οταν η Ελλάδα περνάει κρίση, δεν πηγαίνω σε πανηγύρια»



«Πολιτική» θεωρείται η αποχή του γηραιού πλην κραταιότατου σκηνοθέτη από το κινηµατογραφικό Φεστιβάλ Καννών, µε το δικαιολογητικό «εξαιτίας προβληµάτων de la type grec».

Θεέ µου τι ευαισθησία είναι αυτή! Μοναδική πράξη πολιτική και άκρως φιλελληνική, σε σηµείο που για λογαριασµό του υπόλοιπου κοσµικοκαλλιτεχνικού στίφους να αισθάνοµαι ντροπή, η κάθετη και αµετάκλητη άρνηση του 80χρονου αλλά ακµαιότατου Ζαν Λικ Γκοντάρ, να παρευρεθεί σ’ αυτά τα χλιδάτα Σόδοµα και Γόµορρα των Καννών.

Η Ελλάδα καίγεται και οι Κάννες χτενίζονται. Αυτό το βαθύτερο νόηµα µιας σύντοµης δήλωσής του που δηµοσιεύτηκε στο χθεσινό φύλλο της «Liberation». Με την οποία εξηγεί την απόφασή του να µην έρθει και πατήσει το red carpet τη στιγµή της ελληνικής καταστροφής. Επακριβώς: «Ακυρώνω τις υποχρεώσεις µου στις Κάννες εξαιτίας προβληµάτων τύπου Ελλάδας (de type grec)». Το καλλιτεχνικό editorial της εφηµερίδας είναι επεξηγηµατικό και σκληρό. Περίπου γράφει ότι ο Γκοντάρ αρνείται να στριµωχτεί ανάµεσα σε Ferrrari µε τις ηλιοκαµένες Μπίµπο και µε τους τύπους να καπνίζουν τις πουράκλες τους. Αρνείται να γίνει η βιτρίνα αυτού του πανηγυριού!

Το πλήθος των δηµοσιογράφων, παρασυρµένο και εγκλωβισµένο στην κινηµατογραφική καρακοσµάρα του, αντέδρασε µε ποικίλα σχόλια. Οπως «Γκοντάρ είναι αυτός», «Τι περιµένεις από έναν τρελό», «Να ερχόταν και να καταγγείλει εδώ τον καπιταλισµό» και άλλα τέτοια πρόχειρα και ειρωνικά.

Θυµίζω το «ελληνικό» απόσπασµα από την ποταµιαία συνέντευξή του στο περιοδικό «Les Ιnrockuptibles»: «Πρέπει να ευγνωµονούµε την Ελλάδα. Το οξυγόνο που µας έδωσε πρέπει ως χρέος να αποπληρωθεί. Φιλοσοφία, Δηµοκρατία, Τραγωδία. Ολα προέκυψαν από την Ελλάδα. Ξεχνάµε ποια είναι η σχέση ανάµεσα στη Φιλοσοφία και την Τραγωδία. Χωρίς Σοφοκλή δεν θα υπήρχε Περικλής. Χωρίς Περικλή δεν θα υπήρχε Σοφοκλής». Με κορυφαία κατάληξη: «Ολοι χρωστάµε λεφτά στην Ελλάδα. Οι Ελληνες θα µπορούσαν να απαιτήσουν από τον σύγχρονο κόσµο χιλιάδες δισεκατοµµύρια για πνευµατικά δικαιώµατα».

Ευτυχώς η ταινία του «Film Socialisme» προβλήθηκε κανονικά. Εκτός διαγωνιστικού προγράµµατος. Εξωτερικά και για έναν αµύητο θεατή, µοιάζει εντελώς χαοτική. Με πλήθος από ατάκες πασίγνωστων συγγραφέων και διανοουµένων. Από Σαίξπηρ µέχρι και Ζαν Πολ Σαρτρ. Με αγγλικούς υπότιτλους όπου οι λέξεις είναι κολληµένες, όπως «inwar», σηµατοδοτώντας έτσι µια άλλη γλώσσα. Εντελώς δική του. Και ταυτόχρονα εκφράζοντας την πλήρη ασυνεννοησία που επικρατεί.

Το µεγαλύτερο µέρος της ιστορίας διαδραµατίζεται σε κρουαζιερόπλοιο. Εναν λιλιπούτειο Τιτανικό µε casino, club, πισίνες, εστιατόρια και περιφερόµενες πανάκριβες αλλά άδειες τουαλέτες και εξίσου άδεια κοστούµια. Ανάµεσά τους η Πάτι Σµιθ µε την κιθάρα της. Ενα ζευγάρι από τη Ρωσία. Φωνές από γερµανικά λαρύγγια. Ενδιαµέσως σκηνές από λιµάνια (Βαρκελώνη, Αίγυπτος, Πειραιάς), µια σκηνή αναπαράστασης από µάχες αρχαίων Ελλήνων και πολλές αναφορές στο παρελθόν της Γηραιάς Ηπείρου. Για τους Σοβιετικούς που βούτηξαν το χρυσάφι των ισπανικών τραπεζών στη διάρκεια του ισπανικού εµφυλίου. Για τον Στάλιν. Για τους Εβραίους που έφτιαξαν το Χόλιγουντ (ο Γκόλντουιν, ο Μάγερ, ο Σεσίλ Ντε Μιλ). Για τους Αγγλους που κατασκεύασαν το κράτος του Ισραήλ. Για τις τηλεοπτικές ειδήσεις. Με τον εξής διάλογο: «Θα γίνουν εκλογές», «Ξεχάστε το!». Και µε περιφρονητικό σαρκασµό προς τους Γερµανούς.

Και για την ιστορία: Ο ελβετικής καταγωγής σκηνοθέτης, γεννηµένος το 1930, ήταν από τους ιδρυτές της Νouvelle Vogue τού ‘50 µε πρώτη ταινία του την αλησµόνητη «Α bout de souffle» (Με κοµµένη την ανάσα). Το σενάριο γραµµένο από τον ίδιο και τον Φρανσουά Τριφό. Το έτερο ήµισυ της παρέας των «κακών παιδιών», που τον Μάη του ‘68 υπήρξαν από τους πρωτοστάτες των εξεγέρσεων.

gitoniestonaggelon

Δεν υπάρχουν σχόλια: