Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2009

Οι δέκα καλύτερες στιγμές για... τσιγάρο!!!

Για τους πραγματικούς λάτρεις αυτού που κάθε στιγμή της ζωής αντιπροσωπεύει, το τσιγάρο δεν είναι ποτέ τίποτε παραπάνω από ένα τσιγάρο. Μερικές φορές ούτε καν θυμάσαι πότε το άναψες και πως έκαιγε στα χέρια σου. Το κάπνισμά του ποτέ δεν φτάνει να είναι από μόνο του μία ολόκληρη ιεροτελεστία και σηματοδοτεί την ιδιαιτερότητα κάποιων στιγμών μόνον επειδή αυτές είναι – κάποιες φορές- λίγο πιο μεγάλες κι από αυτό που έχεις καταχωρημένο στο μυαλό σου ως αιωνιότητα”.



Εγώ αυτά βρήκα πεταμένα κάτω, άλλα δικά μου, άλλα δανεικά από στιγμές άλλων κι αυτή τη στάχτη ρίχνω στα μάτια σας.

Πριν ανοίξει η πόρτα στο μαιευτήριο
Με τύψεις γιατί δεν θα ‘θελες το πρώτο σου άγγιγμα να μυρίζει σαν jazz bar στην Ορλεάνη.
Αλλά είπες «τι στην ευχή, γι αυτό υπάρχουν τα τσιγάρα», σου είπαν «να σας ζήσει» και μετά δεν κατάλαβες αν ήταν ο καπνός που μπήκε στα μάτια σου ή ένα ύπουλο σκουπιδάκι που σε γυρόφερνε μέχρι να δεις «αυτό» απέναντι.

Προχωρώντας προς το ταξί που θα σε πάει στο στρατόπεδο
Δεν θέλεις να μπεις σε αυτό το ταξί.
Δεν θα χρειαστεί καν να του πεις προορισμό, εδώ πάνω τα στρατόπεδα είναι λιγότερα κι από τις ανάσες σου.
Έχεις ακόμη πέντε λεπτά.
Ένα τσιγάρο.
Θα του πεις «βάλε να γράφει» κι εσύ θα ακουμπήσεις πάνω στις παγωμένες λαμαρίνες κοιτώντας πίσω.

Πριν βρεθείς μαζί της για την πρώτη φορά
Την θυμάσαι την πρώτη φορά;
To τσιγάρο που δεν κάηκε ούτε μέχρι τη μέση το θυμάσαι;
Και μετά το δεύτερο, για δυό ρουφηξιές.
Και μετά το τρίτο που χρειάστηκε δυό προσπάθειες για ν’ ανάψει.
Τα θυμάσαι ;
Μα τότε γιατί δεν θυμάσαι καλά καλά το πρόσωπό της;

Αφού βρέθηκες μαζί της για τελευταία φορά
Άντε γ$μήσου” είπες μέσα σου, την ώρα που γύρισε την πλάτη που κάποτε έκαιγε τα χέρια σου.
Είχε δίκιο ο Danny Griffiths.
Όχι πιά.
Καλύτερα αυτό το τσιγάρο να το σβήσεις πάνω στο στήθος της…

Archive - FUck U


Πίνοντας ένα φτηνό γουίσκι στο δρόμο για το σπίτι
Και ένα και δύο και τρίτο. Για το δρόμο.
Εδώ μέσα τουλάχιστον μπορείς να το ανάψεις ελεύθερα.
Να σκεφτείς ό,τι θέλεις με τις ώρες χωρίς να σε ρωτάει «πού χάνεσαι;»
Nα μένεις σιωπηλός χωρίς να σε ρωτάει «τι έχεις;»
Να αφήνεις είκοσι ευρώ στη μπάρα χωρίς να ακούς «πάλι ξεμείναμε;».

Το τελευταίο πριν ξεκινήσεις τις χημειοθεραπείες
Ποτέ δεν ξέρεις αν μετά θα μπορεί να κρατηθεί ανάμεσα στα χείλια, αν θα έχεις το κουράγιο να πάρεις μια βαθιά ρουφηξιά και να τη στείλεις εκεί μέσα, σπονδή στο κακό, ή αν δεν θα μπορέσει ούτε μέχρι το λαρύγγι σου να κυλήσει.
Ξέρεις όμως τι θα βγάλει αυτή η μπόρα.
Υγραίνεις το στόμα, αφήνεις χαραμάδα, ανάβεις…

Αυτό που έχει τη γεύση από τα χείλη της
Παράξενο.
Δεν μπορείς να ακουμπήσεις τα χείλη σου στα δικά της, είναι ήδη στο μετρό για την επιστροφή.
Αλλά είναι ακόμη στο στόμα σου. Και της μιλάς. Τη φιλάς.
Τι κι αν σε δουν να περπατάς μιλώντας σε ένα τσιγάρο;
Είσαι νέος και μπορείς να μιλάς ακόμη και στις στάχτες που αφήνεις πίσω, για να ξανάβρεις το δρόμο για εκείνη αύριο.

Με βροχή ξημερώματα στο μπαλκόνι πριν ξεκινήσεις για το αεροδρόμιο
Τα παιδιά κοιμούνται. Σε ρώτησε αν θέλεις να σου κάνει καφέ, είπες όχι, θα πιω μετά το check in, σε ξαναρώτησε αν σου φτάνουν τα πουκάμισα και είπες ναι, πουλάνε κι εκεί αν χρειαστεί, σου είπε να μην ξεχνάς την διαφορά ώρας όταν τηλεφωνείς στο σπίτι, σου είπε πως θα τους λείψεις, σου είπε είναι ώρα να φύγεις, είπες δυό λεπτά να τελειώσω το τσιγάρο, είναι ωραία όταν βρέχει εδώ έξω. Έβαζες το κλειδί στην πόρτα του αυτοκίνητου όταν είδες το μήνυμα, «έφτασα, σε περιμένω», γύρισες και κοίταξες τα σβησμένα φώτα στο σπίτι και την ακόμη αναμμένη κάφτρα στο μπαλκόνι…

Aυτό που σου έκαψε τα δάχτυλα όσο άκουγες το Journey’s end
I miss the sound of your key at the door, I miss you telling me how your day has gone.
You can’t stop time.
No matter how you try.
Ξανά.
Ξανά.
Ξανά.

Montgolfier Brothers - Journey's End


Αυτό που γεμίζει με καπνό το χώρο...
ανάμεσά σας για να μη βλέπεις τα υγρά μάτια της. Το ξέρατε και οι δυό πως θα πόναγε αυτό

rc-cafe

Δεν υπάρχουν σχόλια: